Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Ο Βόλος στα χρόνια του πολέμου – Τα γεγονότα του 1940 μέσα από τις σελίδες του τοπικού τύπου «Θ»

Ο Βόλος στα χρόνια του πολέμου – Τα γεγονότα του 1940 μέσα από τις σελίδες του τοπικού τύπου «Θ»

28 Οκτωβρίου 2015, 12:53
ΒΟΛΟΣ 1940-3
Ο κατεστραμμένος περίβολος στην εκκλησία της Ανάληψης μαρτυρά το αεροπορικό χτύπημα των Ιταλών στις πρώτες ημέρες του πολέμου
Η αναδίφηση των αρχείων από τις εφημερίδες που κυκλοφορούσαν στο Βόλο το 1940, φανερώνει άγνωστες πτυχές της ζωής στην πόλη μετά την κήρυξη των εχθροπραξιών από τους Ιταλούς εναντίον της χώρας μας, που σηματοδότησε την είσοδο της Ελλάδας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η όψη του Βόλου άλλαξε μεμιάς, με την περιγραφή των πρώτων ημερών του πολέμου να παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον τρία τέταρτα του αιώνα αργότερα. Ο σημερινός 75ος εορτασμός της επετείου του «Όχι» αποτελεί μίας πρώτης τάξης ευκαιρία να θυμηθούμε χαρακτηριστικές σκηνές από τα εμπόλεμα βιώματα των Βολιωτών.
Οι πολεμικές ετοιμασίες στα μετόπισθεν ήταν εντατικές. Την ίδια στιγμή που χιλιάδες Βολιώτες αναχώρησαν για την πρώτη γραμμή, όσοι έμειναν πίσω έδωσαν τον δικό τους αγώνα, με τη θεματολογία τόσο της «Θεσσαλίας», όσο και του «Ταχυδρόμου» να κινείται πάνω σ’ αυτό το πλαίσιο. Η άρνηση του Ιωάννη Μεταξά στο τελεσίγραφο των Ιταλών για ελεύθερη διέλευσή τους από τη χώρα μας έγινε δεκτή από τον ελληνικό λαό με πανηγυρική διάθεση και άπαντες ξεκινούσαν για το μέτωπο δίχως να φοβούνται την υπεροπλία των στρατευμάτων του Μουσολίνι. Η συνέχεια άνηκε στους Έλληνες στρατιώτες και την εποποιία τους πάνω στις χιονισμένες βουνοκορφές της Πίνδου, που προτίμησαν να θυσιαστούν παρά να υποδουλωθούν και κατάφεραν στο τέλος να απωθήσουν τους Ιταλούς.
ΒΟΛΟΣ 1940-1
Το σκληρό πρόσωπο του πολέμου. Νεκροί από τους βομβαρδισμούς στο Βόλο, με τα άψυχα κορμιά να προκαλούν δέος μέχρι και σήμερα
Ο άμαχος πληθυσμός στρατεύτηκε υπέρ του αγώνα. Οι κακουχίες και οι αντιξοότητες στο μέτωπο, έκαναν επιτακτική την ανάγκη ενίσχυσης των στρατιωτών. Μάλλινες κάλτσες και φανέλες ήταν τα υπ’ αριθμόν ένα είδη που στέλνονταν στην πρώτη γραμμή, με τον τότε έπαρχο Βόλου Σπύρο Μέξα να σημειώνει σε ανακοίνωσή του: «Οι οικοδέσποινες του Βόλου, όπως αφίνουσαι πάσαν άλλην περιττήν απασχόλησιν, επιδοθούν τόσον αυταί, όσον και άπαντα τα θήλεα μέλη εις τις οικογενείας των, την κατασκευήν μαλλίνων καλτσών».
Έκκληση για βοήθεια απηύθυνε και ο τότε Δήμαρχος Παγασών, Νίκος Σαράτσης, ο οποίος ζήτησε από τους Βολιώτες να συνδράμουν στο προσωπικό των στρατιωτικών νοσοκομείων που λειτούργησαν εκείνο το διάστημα στο Βόλο και δέχονταν καθημερινά τραυματίες από το αλβανικό μέτωπο.
Τα μέτρα από τη Διεύθυνση Χωροφυλακής Μαγνησίας και το Επαρχείο Βόλου ήταν διαρκή και οι ανακοινώσεις διαδέχονταν η μία την άλλη. «Απαγορεύονται οι κωδωνοκρουσίαι και οι συριγμοί των εργοστασίων», ανέφερε μεταξύ άλλων η διαταγή του έπαρχου. Ανάμεσα στις εντολές που δόθηκαν προς τους πολίτες ήταν επίσης η συσκότιση, αλλά και η απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά τις 9 το βράδυ (πλην των χωροφυλάκων και των φαλαγγιτών της ΕΟΝ, η οποία διαλύθηκε τρεις μήνες μετά το θάνατο του δικτάτορα Μεταξά και την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα). Επίσης είχαν απαγορευθεί οι συναθροίσεις χωρίς την άδεια των στρατιωτικών αρχών, οι συζητήσεις για τις κινήσεις των ελληνικών στρατευμάτων, ενώ είχε επιβληθεί λογοκρισία σε εφημερίδες, περιοδικά, τηλεγραφήματα και τηλεφωνικές συνδιαλέξεις. Οι παραβάτες περνούσαν από έκτακτα στρατοδικεία, που είχαν συσταθεί τότε, αν και οι αναφορές στον τοπικό Τύπο είναι σχεδόν μηδαμινές.
ΒΟΛΟΣ 1940-2
Άποψη του τρούλου στο ναό της Μεταμόρφωσης, που υπέστη ζημιές από τις ιταλικές βόμβες τον Νοέμβριο του 1940
Μία άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή για τα τεκταινόμενα στα μετόπισθεν είναι η απασχόληση 2.000 και πλέον Βολιωτών για την κατασκευή ορυγμάτων εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος, αλλά και οι προσφορές των πολιτών υπέρ του αγώνα. Επιχειρήσεις και ιδιώτες συνέδραμαν με όσα μέσα διέθεταν και έβλεπαν τα ονόματά τους στη «Στήλη τιμής» που δημοσίευαν οι εφημερίδες της πόλης. Από είδη πρώτης ανάγκης και τρόφιμα, μέχρι και τις βέρες τους δώρισαν ορισμένοι, δείχνοντας για μία φορά ακόμη τη συστράτευση όλων στις κρίσιμες εκείνες στιγμές.
Οι ιταλικοί βομβαρδισμοί
Η Βασιλική Ιταλική Αεροπορία (Regia Aeronautica) επέδραμε για πρώτη φορά κατά του Βόλου τη Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 1940, ακριβώς οκτώ ημέρες μετά την έναρξη των εχθροπραξιών. Ο συναγερμός σήμανε λίγο πριν το μεσημέρι. Συγκεκριμένα οι αντιαεροπορικές σειρήνες ήχησαν στις 10.45 το πρωί, όταν στον ορίζοντα φάνηκαν τα πρώτα ιταλικά βομβαρδιστικά. Οι Ιταλοί για πολλούς μήνες εκτέλεσαν αποστολές βομβαρδισμού πάνω από την Ελλάδα. Σκότωσαν δεκάδες αμάχους, έχοντας ως στόχο την τρομοκράτηση του πληθυσμού και ο Βόλος δεν αποτέλεσε εξαίρεση από τον κανόνα. Οι ιταλικές βόμβες έπεσαν σε πολλά σημεία της πόλης, ενώ το πρώτο θύμα ήταν ένας 15χρονος έφηβος. Ωστόσο, όπως σημειώνουν τα δημοσιεύματα της εποχής, η έγκαιρη μετάβαση των περισσότερων Βολιωτών στα καταφύγια και τα υπόγεια των σπιτιών τους, περιόρισε αισθητά τις απώλειες.
ΒΟΛΟΣ 1940-4
Συντρίμμια έγιναν πριν από 75 χρόνια πολλά κτίρια του Βόλου
Την επόμενη ημέρα μετά τον βομβαρδισμό η «Θεσσαλία» ειρωνεύτηκε την αστοχία των Ιταλών αεροπόρων, και θέλοντας παράλληλα να τονώσει το ηθικό των πολιτών έγραψε χαρακτηριστικά: «Δύο ημικατεστραμμένα οικήματα επί της οδού Δημητριάδος, τα οποία ήρθαν οι λεβέντες από τα πέρατα του κόσμου να γκρεμίσουν εξυπηρετούντες έτσι το Δήμο Παγασών, ο οποίος από καιρού εσχεδίασε να τα κατεδαφίση δια λόγους ρυμοτομίας… Κάτω όμως των δύο κατεστραφέντων οικημάτων υπήρχαν κατά σύμπτωσιν δύο ραφεία εκ των οποίων το ένα πέρυσι και το άλλο φέτος έρραψαν ανά μίαν στρατιωτικήν στολήν. Έτσι οι ιταλικές βόμβες δεν πήγαν χαμένες, αλλά κατέστρεψαν επιτέλους και μερικούς στόχους… στρατιωτικής σημασίας».
Σε άλλο σημείο του ίδιου δημοσιεύματος, ο συντάκτης ειρωνεύτηκε την κατάληξη αρκετών βομβών στα νερά του Παγασητικού, γράφοντας: «Αν κατερρίπτετο κανένα από τα επιδραμόντα εις την πόλιν μας αεροπλάνα, οι γενναίοι Ιταλοί πιλότοι θα έπρεπε αμέσως να παραπεμφθούν εις δίκην επί παρανόμω αλιεία διά δυναμίτιδος. Οι βόμβες τους οι περισσότερες των οποίων έπεσαν στην θάλασσα, εσκότωσαν ένα πλήθος ψαριών, τα οποία αργότερα περισυνέλεξεν ο κόσμος και τα έφαγε εις υγείαν των Ιταλών. Ελπίζομεν ότι όταν ρθουν καμμιά άλλη φορά, τα ψάρια που θα σκοτώσουν να είναι πιο καλοθρεμένα, διότι ως τότε θα εξέλθη ο ιταλικός στόλος της κρύπτης του και έτσι τα ψάρια της Μεσογείου θα παχυνθούν από τα ιταλικά κουφάρια».
ΒΟΛΟΣ 1940-5
Ο Μουσολίνι απεικονίζεται περίλυπος πάνω σε ένα γάιδαρο, μετά την ήττα που υπέστη η Ιταλία στον πόλεμο του ’40. Χαρακτηριστική γελοιογραφία που δημοσιεύτηκε εκείνη την εποχή στον Τύπο του Βόλου
Η επανεμφάνιση των ιταλικών αεροπλάνων έγινε δύο ημέρες αργότερα μετά το πρώτο χτύπημα. Έτσι την Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 1940 ένα σμήνος εννέα αεροπλάνων έριξε 36 βόμβες. Μία εξ αυτών, μάλιστα, εξερράγη στον τρούλο της Μεταμόρφωσης και προκάλεσε σοβαρές ζημιές στο ναό. Όσο για τους νεκρούς της δεύτερης κατά σειράς επιδρομής των Ιταλών; Αυτή τη φορά ανήλθαν σε πέντε, με τον κατάλογο των θυμάτων να μεγαλώνει κι άλλο τους επόμενους μήνες από τις αεροπορικές επιδρομές στο Βόλο.
Η Ιταλία όταν εισήλθε στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τον Ιούνιο του 1940 με την εισβολή της στα εδάφη της Νότιας Γαλλίας, διέθετε ένα στόλο 2.000 πολεμικών αεροσκαφών κάθε τύπου. Κατά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου η ελληνική αεροπορία διέθετε μόλις 77 αεροπλάνα πρώτης γραμμής, 47 καταδιωκτικά και 30 ελαφρά βομβαρδιστικά. Παρά τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή των Ιταλών, οι επιδόσεις των Ελλήνων πιλότων στη μάχη των αιθέρων ήταν αξιέπαινες και κατάφεραν καίρια χτυπήματα εναντίον των εχθρικών δυνάμεων.
Αναμνήσεις βετεράνων από το μέτωπο
Εβδομήντα χρόνια μετά το έπος του 1940, στο Βόλο δεν έχει μείνει κανείς πια από τους αγωνιστές που πολέμησαν στα βουνά της Αλβανίας. Όλοι όσοι βρέθηκαν στο μέτωπο, πλέον έχουν αναπαυθεί, αν και οι θύμησες των Βολιωτών που έλαβαν μέρος στις πολεμικές συγκρούσεις της εποχής εκείνης δεν πρόκειται να ξεχαστούν ποτέ.
Χαρακτηριστικό ήταν το δημοσίευμα του Δημήτρη Μπάτσιου στη «Θεσσαλία» πριν από 35 χρόνια, που περιέγραψε τις αναμνήσεις δύο αγωνιστών του ’40: Του δεκανέα Α. Λέτσιου και του στρατιώτη Δημ. Βοϊβόντα. Ο πρώτος πολέμησε στο ύψωμα 1220, ανατολικά της Κλεισούρας, στην περιοχή Καλίνα, ενώ ο δεύτερος βρέθηκε στο ύψωμα Ροντέν. Ο Λέτσιος περιγράφοντας τη σκηνή του τραυματισμού του από Ιταλούς αλπινιστές, ανέφερε μεταξύ άλλων και το όνομα του αείμνηστου ηθοποιού Λαυρένη Διανέλλου, ο οποίος καταγόταν από τον Αγ. Λαυρέντιο Πηλίου λέγοντας πως τον έκανε εντριβές με κονιάκ που είχε στο παγούρι του… Ο Βοϊβόντας ανήκε στο 3ο ανεξάρτητο τάγμα Βόλου και τραυματίστηκε από τη ρίψη όλμου, με αποτέλεσμα να υποστεί ακρωτηριασμό στο δεξί άκρο. «Στο χειρουργείο μου έκοψαν ένα κόκκαλο 4-5 εκατοστά. Κόντηνε το πόδι μου, αλλά μάκρυνε η ζωή μου», εξομολογήθηκε συγκινημένος στη «Θεσσαλία» πριν από τρεισήμισι δεκαετίες.
Η περιγραφή της προέλασης και η συνθηκολόγηση
Την ώρα που ο Βόλος κινούνταν στο ρυθμό του πολέμου, τα νέα από το μέτωπο ήταν χαρμόσυνα, δείχνοντας για μία φορά ακόμη το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής απέναντι στη φασιστική λαίλαπα. Μέχρι τον Δεκέμβριο οι ελληνικές δυνάμεις απώθησαν τους Ιταλούς και προέλασαν επί αλβανικού εδάφους, απελευθερώνοντας κατά σειρά την Κορυτσά, το Πόγραδετς, τους Άγιους Σαράντα, το Αργυρόκαστρο και τη Χειμάρρα. Οι στιγμές ήταν μοναδικές, καθώς ο αλύτρωτος ελληνισμός της Βόρειας Ηπείρου επέστρεφε -μόνο προσωρινά- στην αγκαλιά της Ελλάδας.
Όπως ήταν φυσικό, τα πρωτοσέλιδα των τοπικών εφημερίδων περιέγραψαν με θριαμβευτικό τρόπο τις ελληνικές επιτυχίες. Στις 23/11 διαβάζουμε για την κατάληψη της Κορυτσάς: «Το κρασί του θριάμβου αφρίζοντας μεθάει κάθε ελληνική ψυχή και η αστραπή της λόγχης του τσολιά και του φαντάρου απλώνει επάνω της το ανέσπερο φως της ελευθερίας». Τα Χριστούγεννα του 1940 βρήκαν την Ελλάδα να έχει καταλάβει ήδη τη Χειμάρρα, με τον τίτλο της «Θεσσαλίας» στο φύλλο της 24ης Δεκεμβρίου να είναι χαρακτηριστικός: «Ο νικηφόρος Ελληνικός στρατός εισήλθε εις την ιστορική Χειμάρραν. Συνεχίζεται ασυγκράτητος η προέλασίς μας. Ηχμαλωτίσθη τάγμα μελανοχιτώνων με 30 αξιωματικούς», ενώ το κείμενο καταλήγει: «Νέος θρίαμβος του ηρωϊκού στρατού μας ύψωσεν επάνω εις την ηρωϊκήν αυτήν φωλέαν του ακροκεραυνίου ελληνισμού τη γαλάζια μας σημαία και το πνεύμα της ελευθερίας χαρμόσυνο με της δόξης τα φτερά, ήρθε να εγκατασταθή και πάλι σε μία γνώριμη κατοικία του».
Οι μάχες κορυφώθηκαν τον Μάρτιο του 1941 με την περίφημη «Εαρινή επίθεση» με την κωδική ονομασία «Primavera», με τη μάχη στο ύψωμα 731 στην Κλεισούρα που υπερασπίστηκαν με ηρωισμό οι άντρες του 5ου Συντάγματος Πεζικού υπό τις οδηγίες του ταγματάρχη Δημήτρη Κασλά από το Πουρί Ζαγοράς, να κλείνει κατ’ ουσίαν το κεφάλαιο του ελληνοϊταλικού πολέμου.
Η αποτυχία των ιταλικών επιχειρήσεων σήμανε λίγες ημέρες αργότερα την εμπλοκή της ναζιστικής Γερμανίας. Στις 6 Απριλίου οι δυνάμεις του Χίτλερ ξεκίνησαν την εισβολή τους στα ελληνικά εδάφη. Ο στρατός μας ήδη καταπονημένος δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην υπεροπλία της Βέρμαχτ και η συνθηκολόγηση του αντιστράτηγου και μετέπειτα δωσίλογου πρωθυπουργού Γεώργιου Τσολάκογλου  τρεις ημέρες μετά το Πάσχα του 1941 στις 23/4, σήμανε την έναρξη της Κατοχής.
Φωτογραφίες: Αρχείο Κ. Ζημέρη/ΔΗΚΙ
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου